ταχυμετρία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ταχυμετρία < ταχυ- + -μετρία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαταχυμετρία θηλυκό
- Στην τοπογραφία / γεωδαισία: Η γρήγορη και μονή μέτρηση σημείων στον χώρο μέσω θεοδόλιχου ή ολοκληρωμένου γεωδαιτικού σταθμού
Μεταφράσεις
επεξεργασία ταχυμετρία
|