Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
συνορίτισσα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
συνορίτισσ
α
οι
συνορίτισσ
ες
γενική
της
συνορίτισσ
ας
των
συνοριτισσ
ών
αιτιατική
τη
συνορίτισσ
α
τις
συνορίτισσ
ες
κλητική
συνορίτισσ
α
συνορίτισσ
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
συνορίτισσα
<
συνορίτης
+ κατάληξη θηλυκού
-ισσα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
συνορίτισσα
θηλυκό
(
λαϊκότροπο
)
θηλυκό
του
συνορίτης
Μεταφράσεις
επεξεργασία
συνορίτισσα
γαλλικά
:
limitrophe
(fr)