• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

συνεχώς

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : συνεχῶς

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Επίρρημα
      • 1.3.1 Άλλες μορφές
      • 1.3.2 Αντώνυμα
      • 1.3.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

συνεχώς < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική συνεχῶς

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /si.neˈxos/
τυπογραφικός συλλαβισμός : συ‐νε‐χώς
παλιότερος συλλαβισμός : συν‐ε‐χώς

  ΕπίρρημαΕπεξεργασία

συνεχώς

  • διαρκώς, αδιάκοπα, ακατάπαυστα, ασταμάτητα

Άλλες μορφέςΕπεξεργασία

  • συνέχεια (ως επίρρημα)

ΑντώνυμαΕπεξεργασία

  • σπάνια
  • πότε πότε
  • κατά διαστήματα

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    συνεχώς
  • αγγλικά : continuously (en)
  • γαλλικά : continuellement (fr)
  • ρωσικά : постоянно (ru)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=συνεχώς&oldid=5517505"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 02:19

Γλώσσες

    • English
    • Polski
    • Oʻzbekcha / ўзбекча
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 02:19.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie