• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αδιάκοπα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Επίρρημα
      • 1.3.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

αδιάκοπα < αδιάκοπ(ος) + -α

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /aˈði̯a.ko.pa/ και /aˈðʝa.ko.pa/
τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐δι‐ά‐κο‐πα

  ΕπίρρημαΕπεξεργασία

αδιάκοπα

  • χωρίς διακοπή, συνεχώς, διαρκώς

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    αδιάκοπα
  • αγγλικά : continuously (en)
  • γαλλικά : continuellement (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αδιάκοπα&oldid=5448306"
Τελευταία επεξεργασία στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 08:10
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 08:10.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie