Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
στερναλγία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
στερναλγί
α
οι
στερναλγί
ες
γενική
της
στερναλγί
ας
των
στερναλγι
ών
αιτιατική
τη
στερναλγί
α
τις
στερναλγί
ες
κλητική
στερναλγί
α
στερναλγί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
στερναλγία
<
στερν(ο)
+
-αλγία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
στερναλγία
θηλυκό
(
ιατρική
) πόνος στο
στέρνο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
στερναλγία