Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σοβάντισμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
σοβάντισμα
τα
σοβαντίσμα
τ
α
γενική
του
σοβαντίσμα
τ
ος
των
σοβαντισμά
τ
ων
αιτιατική
το
σοβάντισμα
τα
σοβαντίσμα
τ
α
κλητική
σοβάντισμα
σοβαντίσμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σοβάντισμα
<
σοβαντίζω
+
-μα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σοβάντισμα
ουδέτερο
→
δείτε
τη λέξη
σοβάτισμα