Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σερσέμισσα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
σερσέμισσ
α
οι
σερσέμισσ
ες
γενική
της
σερσέμισσ
ας
—
αιτιατική
τη
σερσέμισσ
α
τις
σερσέμισσ
ες
κλητική
σερσέμισσ
α
σερσέμισσ
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σερσέμισσα
<
σερσέμ(ης)
+ κατάληξη θηλυκού
-ισσα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σερσέμισσα
θηλυκό
θηλυκό
του
σερσέμης
Άλλες μορφές
επεξεργασία
σερσέμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σερσέμισσα
→
δείτε
τη λέξη
σερσέμα