Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σελιδοδείχτης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
σελιδοδείχτ
ης
οι
σελιδοδείχτ
ες
γενική
του
σελιδοδείχτ
η
των
σελιδοδειχτ
ών
αιτιατική
τον
σελιδοδείχτ
η
τους
σελιδοδείχτ
ες
κλητική
σελιδοδείχτ
η
σελιδοδείχτ
ες
Κατηγορία
όπως «
ναύτης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σελιδοδείχτης
<
σελιδοδείκτης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σελιδοδείχτης
αρσενικό
→
δείτε
τη λέξη
σελιδοδείκτης