σεβαστοκράτειρα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- σεβαστοκράτειρα < μεσαιωνική ελληνική σεβαστοκράτειρα < σεβαστοκράτωρ
Ουσιαστικό επεξεργασία
σεβαστοκράτειρα θηλυκό
- θηλυκό του σεβαστοκράτωρ
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
σεβαστοκράτειρα
|