Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ρουχισμός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
ρουχισμ
ός
οι
ρουχισμ
οί
γενική
του
ρουχισμ
ού
των
ρουχισμ
ών
αιτιατική
τον
ρουχισμ
ό
τους
ρουχισμ
ούς
κλητική
ρουχισμ
έ
ρουχισμ
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ρουχισμός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ρουχισμός
αρσενικό
το σύνολο των ενδυμάτων, ο
ιματισμός
.
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ρουχισμός