Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ριτιράτα οι ριτιράτες
      γενική της ριτιράτας των ριτιρατών
    αιτιατική τη ριτιράτα τις ριτιράτες
     κλητική ριτιράτα ριτιράτες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ριτιράτα < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ριτιράτα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία