↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ρεκλαμαδόρα οι ρεκλαμαδόρες
      γενική της ρεκλαμαδόρας
    αιτιατική τη ρεκλαμαδόρα τις ρεκλαμαδόρες
     κλητική ρεκλαμαδόρα ρεκλαμαδόρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ρεκλαμαδόρα < ρεκλαμαδόρ(ος) + κατάληξη θηλυκού

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ρεκλαμαδόρα θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία