↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πρωτοκλέφτρα οι πρωτοκλέφτρες
      γενική της πρωτοκλέφτρας
    αιτιατική την πρωτοκλέφτρα τις πρωτοκλέφτρες
     κλητική πρωτοκλέφτρα πρωτοκλέφτρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πρωτοκλέφτρα < πρωτοκλέφτης + κατάληξη θηλυκού -τρα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πρωτοκλέφτρα θηλυκό

→ δείτε τη λέξη πρωτοκλέφτης

  Μεταφράσεις

επεξεργασία