προβατάρισσα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- προβατάρισσα < προβατάρης + κατάληξη θηλυκού -ισσα
Ουσιαστικό επεξεργασία
προβατάρισσα θηλυκό
- → δείτε τη λέξη προβατάρης
Μεταφράσεις επεξεργασία
προβατάρισσα
|
προβατάρισσα θηλυκό
|