Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πουτίγγα οι πουτίγγες
      γενική της πουτίγγας των (πουτιγγών)
    αιτιατική την πουτίγγα τις πουτίγγες
     κλητική πουτίγγα πουτίγγες
Κατηγορία όπως «νότα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πουτίγγα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία