Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If Wikipedia is useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ποδηλατοδρομία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συγγενικά
1.3.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ποδηλατοδρομί
α
οι
ποδηλατοδρομί
ες
γενική
της
ποδηλατοδρομί
ας
των
ποδηλατοδρομι
ών
αιτιατική
την
ποδηλατοδρομί
α
τις
ποδηλατοδρομί
ες
κλητική
ποδηλατοδρομί
α
ποδηλατοδρομί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ποδηλατοδρομία
<
ποδήλατ(ο)
+
-ο-
+
-δρομία
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
po.ði.la.to.ðɾoˈmi.a
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ποδηλατοδρομία
θηλυκό
αγώνας
ταχύτητας
με
ποδήλατα
Συγγενικά
επεξεργασία
ποδηλατοδρόμιο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ποδηλατοδρομία