Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πιάνω πουλιά στον αέρα < → δείτε τη λέξη πιάνω, πουλιά (αιτιατική πληθυντικού του πουλί) στον & αέρα (αιτιατική ενικού του αέρας)

  Έκφραση επεξεργασία

πιάνω πουλιά στον αέρα

  Μεταφράσεις επεξεργασία