Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παραχωρητής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
παραχωρητ
ής
οι
παραχωρητ
ές
γενική
του
παραχωρητ
ή
των
παραχωρητ
ών
αιτιατική
τον
παραχωρητ
ή
τους
παραχωρητ
ές
κλητική
παραχωρητ
ή
παραχωρητ
ές
Κατηγορία
όπως «
ποιητής
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
παραχωρητής
<
παραχωρώ
+
-τής
Ουσιαστικό
επεξεργασία
παραχωρητής
αρσενικό
(
θηλυκό
:
παραχωρήτρια
)
αυτός που
παραχωρεί
κάτι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παραχωρητής