παρασημοφορία
Νέα ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- παρασημοφορία < παρασημοφορώ
Ουσιαστικό Επεξεργασία
παρασημοφορία θηλυκό και παρασημοφόρηση
- η απονομή παρασήμων
Επεξεργασία
Μεταφράσεις Επεξεργασία
παρασημοφορία
παρασημοφορία θηλυκό και παρασημοφόρηση