παγωτίνι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | παγωτίνι | τα | παγωτίνια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | παγωτίνι | τα | παγωτίνια |
κλητική | παγωτίνι | παγωτίνια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
παγωτίνι ουδέτερο
- παγωτό σε τυποποιημένο σχήμα και μικρού μεγέθους
Μεταφράσεις επεξεργασία
παγωτίνι
|