↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η οροθεραπεία οι οροθεραπείες
      γενική της οροθεραπείας των οροθεραπειών
    αιτιατική την οροθεραπεία τις οροθεραπείες
     κλητική οροθεραπεία οροθεραπείες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
οροθεραπεία < ορός + -θεραπεία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

οροθεραπεία θηλυκό

  • χρήση ορού / ορών για προληπτικούς ή θεραπευτικούς λόγους

  Μεταφράσεις

επεξεργασία