ξύγκι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ξύγκι | τα | ξύγκια |
γενική | του | ξυγκιού | των | ξυγκιών |
αιτιατική | το | ξύγκι | τα | ξύγκια |
κλητική | ξύγκι | ξύγκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαξύγκι ουδέτερο
- ετυμολογική γραφή του ξίγκι