Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ξέπλεγμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ξέπλεγμα
τα
ξεπλέγμα
τ
α
γενική
του
ξεπλέγμα
τ
ος
των
ξεπλεγμά
τ
ων
αιτιατική
το
ξέπλεγμα
τα
ξεπλέγμα
τ
α
κλητική
ξέπλεγμα
ξεπλέγμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ξέπλεγμα
<
ξεπλέκω
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ξέπλεγμα
ουδέτερο
το
ξήλωμα
ενός πλεκτού
Συγγενικά
επεξεργασία
ξεπλέκω
ξέπλεκος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ξέπλεγμα