Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ναυπηγία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ναυπηγί
α
οι
ναυπηγί
ες
γενική
της
ναυπηγί
ας
των
ναυπηγι
ών
αιτιατική
τη
ναυπηγί
α
τις
ναυπηγί
ες
κλητική
ναυπηγί
α
ναυπηγί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ναυπηγία
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ναυπηγία
θηλυκό
(
ναυπηγικός όρος
): η
ναυπήγηση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ναυπηγία