Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μυοπάθεια οι μυοπάθειες
      γενική της μυοπάθειας των μυοπαθειών
    αιτιατική τη μυοπάθεια τις μυοπάθειες
     κλητική μυοπάθεια μυοπάθειες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μυοπάθεια < μυο- + -ο- + -πάθεια

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μυοπάθεια θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία