πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μυλοστέρνα οι μυλοστέρνες
      γενική της μυλοστέρνας των μυλοστερνών
    αιτιατική τη μυλοστέρνα τις μυλοστέρνες
     κλητική μυλοστέρνα μυλοστέρνες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
μυλοστέρνα < μύλος + στέρνα

Ουσιαστικό

επεξεργασία

μυλοστέρνα θηλυκό

  • στέρνα που συγκεντρώνεται νερό για την εξυπηρέτηση νερόμυλου

Συνώνυμα

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία