Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μυκοπρωτεΐνη
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
μυκοπρωτεΐν
η
οι
μυκοπρωτεΐν
ες
γενική
της
μυκοπρωτεΐν
ης
των
μυκοπρωτεϊν
ών
αιτιατική
τη
μυκοπρωτεΐν
η
τις
μυκοπρωτεΐν
ες
κλητική
μυκοπρωτεΐν
η
μυκοπρωτεΐν
ες
Κατηγορία
όπως «
νίκη
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
μυκοπρωτεΐνη
<
μύκητας
+
πρωτεΐνη
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μυκοπρωτεΐνη
θηλυκό
(
βιολογία
): πρωτεΐνη που παράγεται από βιομάζα μυκήτων.
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μυκοπρωτεΐνη