Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μπωντ < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική baud[1]

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μπωντ ουδέτερο άκλιτο

  1. (τηλεπικοινωνίες, μονάδα μέτρησης) baud: μονάδα μέτρησης του ρυθμού μετάδοσης (στοιχειωδών) σημάτων/συμβόλων που εκφράζεται σε σήματα/σύμβολα ανά δευτερόλεπτο
    ※  Τα μη προσιτά στο κοινό τηλετυπικά δίκτυα χρησιμοποιούν είτε τηλέτυπα των 50 μπωντ είτε συσκευές μεγαλύτερης ταχύτητας που χρησιμοποιούν π.χ. το διεθνές τηλεγραφικό αλφάβητο n°5. [2]
    συντομογραφία: Bd [1]
  2. (πληροφορική), (ανεπίσημο) baud: τα bits ανά δευτερόλεπτο (bps), θεωρώντας το bit ως στοιχειώδες σήμα/σύμβολο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 «μπωντ» από αναζήτηση «baud» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
  2. Γρηγόριος K. Γκουτζέλης (Θεσσαλονίκη 2003 ), Ηλεκτρονικό Παρατηρητήριο Στρατιωτικών Επικοινωνιών, σελ 58. Προσπέλαση 2020-05-25.