baud
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- baud < από τον Γάλλο εφευρέτη Jean-Maurice-Émile Baudot (1845-1903)
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
baud (en)
- (μονάδα μέτρησης, τηλεπικοινωνίες, πληροφορική) μπωντ [1], μονάδα μέτρησης ρυθμού μετάδοσης σημάτων/συμβόλων [2]
Άλλες γραφές επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- baud στην αγγλική Βικιπαίδεια
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ 1,0 1,1 1,2 «μπωντ» από αναζήτηση «baud» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
- ↑ Αθανάσιος Ι. Μάργαρης (Θεσσαλονίκη 2001), Μετάδοση Δεδομένων – Δίκτυα Υπολογιστών, σελ. 23. Προσπέλαση 2020-05-25.