Ετυμολογία 1

επεξεργασία
μπερμπερίζω < λείπει η ετυμολογία

μπερμπερίζω

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Ετυμολογία 2

επεξεργασία
μπερμπερίζω < (άμεσο δάνειο) τουρκική berber (ο κουρέας, → δείτε και τη λέξη μπαρμπέρης) + -ίζω • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

μπερμπερίζω παθ.φωνή: μπερμπερίζομαι

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Δημήτρης Λιθοξόου, «Λεξικό συνωνύμων. Λέξεις που αρχίζουν από μπ», lithoksou.net· πρόσβαση: 2021-07-27.
  2. Λήμμα «μπέλαζω» στο Λεξικό της ελληνικής γλώσσας της εγκυκλοπαίδειας «Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα». Αθήνα: Πάπυρος, 2007.
  3. σελ. 252 1ου μέρους - Somavera, Alessio da / Ἀλέξιος ὁ Σουμαβέραιος (1709), Θησαυρός της ρωμαϊκής και της φραγκικής γλώσσας. Στο Παρίτζι:Από την τυπογραφίαν του Μιχαήλ Γκινιάρδ, ͵αψ΄ θ΄. Τesoro della lingua greca-volgare ed italiana. Parigi:Appresso Michele Guignard, M.DCC.IX. @anemi
  4. Γεώργιος Ν. Καζαβής, Νισύρου λαογραφικά (Νέα Υόρκη: D.C. Dirvy Publishers, 1940), σ. 136: «Τραγούδια του γαμπρού και του κουμπάρου» και «Όταν ξυρίζουν το γαμπρό».