Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χαμηλόφωνα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίρρημα
1.2.1
Αντώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
χαμηλόφωνα
<
χαμηλόφων(ος)
+
-α
Επίρρημα
επεξεργασία
χαμηλόφωνα
(
τροπικό επίρρημα
)
με χαμηλή
φωνή
,
σιγά
,
χωρίς
δυνατές
φωνές
Αντώνυμα
επεξεργασία
μεγαλόφωνα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
χαμηλόφωνα
αγγλικά
:
quietly
(en)
γαλλικά
:
à voix basse
(fr)