Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μπαχατέλα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
μπαχατέλ
α
οι
μπαχατέλ
ες
γενική
της
μπαχατέλ
ας
των
μπαχατέλ
ων
αιτιατική
την
μπαχατέλ
α
τις
μπαχατέλ
ες
κλητική
μπαχατέλ
α
μπαχατέλ
ες
Κατηγορία
όπως «
ελπίδα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μπαχατέλα
θηλυκό
και
μπαγκατέλα
βλέπε
μπαγκατέλα