μπαλοθιά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | μπαλοθιά | οι | μπαλοθιές |
γενική | της | μπαλοθιάς | των | μπαλοθιών |
αιτιατική | την | μπαλοθιά | τις | μπαλοθιές |
κλητική | μπαλοθιά | μπαλοθιές | ||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- μπαλοθιά < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμπαλοθιά θηλυκό και μπαλοτιά
- ο κρητικός εθιμοτυπικός πυροβολισμός που θεωρείται επικίνδυνος και παράνομος και γίνεται κατά την υποδοχή επίσημου ή κατά τη διάρκεια γιορτασμού
Μεταφράσεις
επεξεργασία μπαλοθιά
|