Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μονάζουσα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
μονάζουσ
α
οι
μονάζουσ
ες
γενική
της
μονάζουσ
ας
των
μοναζουσ
ών
αιτιατική
τη
μονάζουσ
α
τις
μονάζουσ
ες
κλητική
μονάζουσ
α
μονάζουσ
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
μονάζουσα
<
θηλυκό
του
μονάζων
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μονάζουσα
θηλυκό
θηλυκό
του
μονάζων
Άλλες μορφές
επεξεργασία
μοναχή
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μονάζουσα
→
δείτε
τη λέξη
μοναχή