Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μηλοριζίκι τα μηλοριζίκια
      γενική του μηλοριζικιού των μηλοριζικιών
    αιτιατική το μηλοριζίκι τα μηλοριζίκια
     κλητική μηλοριζίκι μηλοριζίκια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μηλοριζίκι < μηλο- + ριζικό

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μηλοριζίκι ουδέτερο

  • (ιδιωματικό) το μήλο που ρίχνεται στη μεθύρα ή καλάθι του Κλήδωνα, κατά το ομώνυμο έθιμο. (στη ναξιακή και νησιωτική διάλεκτο)(Χρειάζεται τεκμηρίωση…) σε ποια ιδιώματα

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)