Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
λενινιστής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
λενινιστ
ής
οι
λενινιστ
ές
γενική
του
λενινιστ
ή
των
λενινιστ
ών
αιτιατική
τον
λενινιστ
ή
τους
λενινιστ
ές
κλητική
λενινιστ
ή
λενινιστ
ές
Κατηγορία
όπως «
ποιητής
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
λενινιστής
<
Λένιν
Ουσιαστικό
επεξεργασία
λενινιστής
αρσενικό
,
λενινίστρια
(
πολιτική
): αυτός που ακολουθεί τις αρχές του
λενινισμού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
λενινιστής
αγγλικά
:
Leninist
(en)