Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
λαρυγγοτομία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
λαρυγγοτομί
α
οι
λαρυγγοτομί
ες
γενική
της
λαρυγγοτομί
ας
των
λαρυγγοτομι
ών
αιτιατική
τη
λαρυγγοτομί
α
τις
λαρυγγοτομί
ες
κλητική
λαρυγγοτομί
α
λαρυγγοτομί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
λαρυγγοτομία
<
λάρυγγο(ς)
+
-τομία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
λαρυγγοτομία
θηλυκό
(
ιατρική
) χειρουργική τομή του
λάρυγγα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
λαρυγγοτομία