Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
λαουτιέρης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
λαουτιέρ
ης
οι
λαουτιέρ
ηδες
γενική
του
λαουτιέρ
η
των
λαουτιέρ
ηδων
αιτιατική
τον
λαουτιέρ
η
τους
λαουτιέρ
ηδες
κλητική
λαουτιέρ
η
λαουτιέρ
ηδες
Κατηγορία
όπως «
μανάβης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Λαουτιέρης
του Βαλεντέν ντε Μπουλόνι (1591-1632) από το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης
Ετυμολογία
επεξεργασία
λαουτιέρης
<
λαούτ(ο)
+
-ιέρης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
λαουτιέρης
αρσενικό
(
επάγγελμα
) ο
παίκτης
του
λαούτου
Μεταφράσεις
επεξεργασία
λαουτιέρης