κυστεοπροστατεκτομή
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- κυστεοπροστατεκτομή < κύστε(ος) + προστατ(ης) + -εκτομή • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό επεξεργασία
κυστεοπροστατεκτομή θηλυκό
- (ιατρική) χειρουργική αφαίρεση της ουροδόχου κύστεως και του προστάτη
Μεταφράσεις επεξεργασία
κυστεοπροστατεκτομή
|