κολωνικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | κολωνικά | ||
γενική | των | κολωνικών | ||
αιτιατική | τα | κολωνικά | ||
κλητική | κολωνικά | |||
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία
- κολωνικά < Κολωνία