• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

κοιλότης

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αρχαία ελληνικά (grc)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
    • 1.3 Πηγές

Αρχαία ελληνικά (grc)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ἡ κοιλότης αἱ κοιλότητες
      γενική τῆς κοιλότητος τῶν κοιλοτήτων
      δοτική τῇ κοιλότητῐ ταῖς κοιλότησῐ(ν)
    αιτιατική τὴν κοιλότητᾰ τὰς κοιλότητᾰς
     κλητική ὦ! κοιλότης κοιλότητες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  κοιλότητε
γεν-δοτ τοῖν  κοιλοτήτοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'τάπης' όπως «τάπης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
κοιλότης < κοῖλο(ς) + -της

Ουσιαστικό

επεξεργασία

κοιλότης, -ητος θηλυκό

  • κοιλότητα

Πηγές

επεξεργασία
  • κοιλότης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=κοιλότης&oldid=5664178"
Τελευταία επεξεργασία στις 5 Μαρτίου 2023, στις 08:31

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 5 Μαρτίου 2023, στις 08:31.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας