↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κεφαλάκι τα κεφαλάκια
      γενική
    αιτιατική το κεφαλάκι τα κεφαλάκια
     κλητική κεφαλάκι κεφαλάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κεφαλάκι < υποκοριστικό του κεφάλι

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κεφαλάκι ουδέτερο

  1. μικρό κεφάλι
  2. ψημένο ή άψητο κεφάλι αρνιού ή κατσικιού

  Μεταφράσεις

επεξεργασία