Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κατωμυλόπετρα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
κατωμυλόπετρ
α
οι
κατωμυλόπετρ
ες
γενική
της
κατωμυλόπετρ
ας
των
κατωμυλοπετρ
ών
αιτιατική
την
κατωμυλόπετρ
α
τις
κατωμυλόπετρ
ες
κλητική
κατωμυλόπετρ
α
κατωμυλόπετρ
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
κατωμυλόπετρα
<
κάτω
+
μυλόπετρα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κατωμυλόπετρα
θηλυκό
η
ακίνητη
μυλόπετρα
ενός
μύλου
, αυτή που δεν περιστρέφεται
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κατωμυλόπετρα