Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
καισαρισμός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
καισαρισμ
ός
οι
καισαρισμ
οί
γενική
του
καισαρισμ
ού
των
καισαρισμ
ών
αιτιατική
τον
καισαρισμ
ό
τους
καισαρισμ
ούς
κλητική
καισαρισμ
έ
καισαρισμ
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
καισαρισμός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
καισαρισμός
αρσενικό
η απολυταρχική και μη ανεκτική συμπεριφορά της εξουσίας
Μεταφράσεις
επεξεργασία
καισαρισμός
αγγλικά
:
caesarism
(en)