ιριδεκτομή
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ιριδεκτομή < θρομβ(ος) + -εκτομή • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαιριδεκτομή θηλυκό
- (ιατρική) χειρουργική αφαίρεση όλης ή μέρους της ίριδας του ματιού ώστε να αντιμετωπιστεί το γλαύκωμα κλειστής γωνίας και να αποκατασταθεί δίοδος για τις ακτίνες του φωτός προς το μάτι
Μεταφράσεις
επεξεργασία ιριδεκτομή
|