Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
θρεπτικότητα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
θρεπτικότητ
α
οι
θρεπτικότητ
ες
γενική
της
θρεπτικότητ
ας
των
θρεπτικοτήτ
ων
αιτιατική
τη
θρεπτικότητ
α
τις
θρεπτικότητ
ες
κλητική
θρεπτικότητ
α
θρεπτικότητ
ες
Κατηγορία
όπως «
σάλπιγγα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
θρεπτικότητα
<
θρεπτικός
+
-ότητα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
θρεπτικότητα
θηλυκό
η
ιδιότητα
του
θρεπτικού
, το να περιέχει θρεπτικά συστατικά
Μεταφράσεις
επεξεργασία
θρεπτικότητα