Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
θιασάρχισσα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
θιασάρχισσ
α
οι
θιασάρχισσ
ες
γενική
της
θιασάρχισσ
ας
των
θιασαρχισσ
ών
αιτιατική
τη
θιασάρχισσ
α
τις
θιασάρχισσ
ες
κλητική
θιασάρχισσ
α
θιασάρχισσ
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
θιασάρχισσα
<
θιασάρχης
+ κατάληξη θηλυκού
-ισσα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
θιασάρχισσα
θηλυκό
(
επάγγελμα
) →
δείτε
τη λέξη
θιασάρχης
Μεταφράσεις
επεξεργασία
θιασάρχισσα