↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το θάμα τα θάματα
      γενική του θάματος των θαμάτων
    αιτιατική το θάμα τα θάματα
     κλητική θάμα θάματα
Κατηγορία όπως «κύμα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
θάμα < θαύμα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

θάμα ουδέτερο

Εκφράσεις

επεξεργασία
  • πράματα και θάματα: πολύ εντυπωσιακά πράγματα, γεγονότα

  Μεταφράσεις

επεξεργασία