Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ετεραρχία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ετεραρχί
α
οι
ετεραρχί
ες
γενική
της
ετεραρχί
ας
των
ετεραρχι
ών
αιτιατική
την
ετεραρχί
α
τις
ετεραρχί
ες
κλητική
ετεραρχί
α
ετεραρχί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ετεραρχία
<
έτερος
+
-αρχία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ετεραρχία
θηλυκό
(
λόγιο
) η
αιτιοκρατία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ετεραρχία
→
δείτε
τη λέξη
αιτιοκρατία