επαμεινώνδας
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- επαμεινώνδας < Επαμεινώνδας → λείπει η ετυμολογία (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαεπαμεινώνδας , ή επαμεινώντας, ή και παμεινώνδας αρσενικό
- (αργκό, ιδιωματισμός, ενδυμασία) το παλτό, που συνηθέστερα ρίχνεται στους ώμους, (στη μάγκικη διάλεκτο)
Μεταφράσεις
επεξεργασία επαμεινώνδας
|
Πηγές
επεξεργασία- (Χρειάζεται επεξεργασία)